Βλάντο Τζούροβιτς: «Μέχρι το τέλος της ζωής μου θα έχω τον Πανιώνιο στην καρδιά και στο μυαλό μου!»
- Νέοι Ορίζοντες της Νέας Σμύρνης

- 25 Σεπ
- διαβάστηκε 5 λεπτά
Ο Βλάντο Τζούροβιτς δεν υπήρξε απλώς ο προπονητής του μοναδικού τίτλου στην ιστορία του Πανιωνίου. Υπήρξε κομμάτι της Νέας Σμύρνης, ένας άνθρωπος που αγκαλιάστηκε σαν δικός τους. Στα 77 του χρόνια, τα μάτια του βουρκώνουν μιλώντας στο Gazzetta για εκείνα τα νοσταλγικά χρόνια.

Κάποια πράγματα στη ζωή δεν αλλάζουν ποτέ. Έτσι και ο Βλάντο Τζούροβιτς μπορεί να άσπρισε λίγο με τα χρόνια, όμως το παχύ, γνώριμο μουστάκι του παραμένει στη θέση του. Κι αν τα χρόνια περνούν, ο αγνός μπασκετικός ρομαντισμός ξεχειλίζει ακόμα μέσα του, σαν φλόγα που δεν σβήνει. Ο ίδιος είναι ένας χείμαρρος αναμνήσεων, έτοιμος να μοιραστεί κάθε ιστορία από τα παλιά. Εξάλλου, πάντα απολάμβανε να μιλάει.
Από την καταστροφή της Σμύρνης και τα χρόνια της προσφυγιάς, ο Ιστορικός ρίζωσε στην Αθήνα και ειδικά στη δεκαετία του ’90 έγραψε το δικό του κεφάλαιο ως μία από τις κυρίαρχες δυνάμεις του ελληνικού πρωταθλήματος, ακολουθώντας τα χνάρια του Άρη και του ΠΑΟΚ.
Οι «κυανέρυθροι» έχουν να θυμούνται ένα μοναδικό τρόπαιο, το Κύπελλο του 1991 απέναντι στον Δικέφαλο του Βορρά. Τότε που ο εμβληματικός Βλάντο Τζούροβιτς καθόταν στην άκρη του πάγκου και έδειχνε τον δρόμο. Εμβληματικός όχι μόνο λόγω καριέρας, αλλά και λόγω παρουσίας, όψης, με την έντονη προσωπικότητά του ήταν ο αρχιτέκτονας μιας επιτυχίας που έμελλε να μείνει για πάντα στην ιστορία του συλλόγου.
Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά, η ομάδα με την οποία δέθηκε όσο καμία άλλη τον τίμησε στο τουρνουά «Ανδρέας Βαρίκας» στο ΔΑΚ Γλυφάδας. Εκεί, ο άλλοτε παίκτης του, Φάνης Χριστοδούλου, του παρέδωσε το βραβείο. Ήταν μια στιγμή που πάγωνε ο χρόνος· ο 77χρονος Βλάντο, με τα μάτια να βουρκώνουν, ξαναζούσε μπροστά σε όλους μια ζωή γεμάτη μνήμες, αγάπη και ανεκτίμητα συναισθήματα.
Για τον Τζούροβιτς, ο Πανιώνιος δεν ήταν μια στάση στην καριέρα του. Ήταν το σπίτι του. Περισσότερο από μια δεκαετία στην Ελλάδα, τα μισά χρόνια του στον πάγκο της Νέας Σμύρνης, κι όμως μιλάει σαν να πέρασε ολόκληρη ζωή εκεί. Γιατί στην πραγματικότητα, την έζησε. Έχασε πολλά στα χρόνια που ακολούθησαν, είδε τη ζωή να γίνεται σκληρή απέναντί του, κι έτσι το καταφύγιο των αναμνήσεων έγινε το πιο ασφαλές λιμάνι.
«Ήμουν στην Ελλάδα τουλάχιστον 6-7 χρόνια μετά τον Πανιώνιο. Έφυγα κοντά στο 2000, αλλά αυτό είναι κάτι πιο σημαντικό, ιδιαίτερο γιατί με κάλεσε ο Πανιώνιος, να με βραβεύσουν και κάνει την καρδιά μου να γίνεται πολύ πολύ μεγάλη! Ήδη οι εφημερίδες το γράψανε στο Βελιγράδι! Ότι θα πάω στον Πανιώνιο και θα με βραβεύσουν. Πέντε χρόνια που πέρασα στη Νέα Σμύρνη, στο παλιό γήπεδο ήταν τα ομορφότερα χρόνια που πέρασα. Ήταν ωραία στην Ζαντάρ, κέρδισα το πρωτάθλημα. Στο Σίμπενικ πήρα πάλι πρωτάθλημα, ήμουν δύο χρόνια, αλλά δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Πανιώνιο», είπε με περίσσιο ενθουσιασμό ο Βλάντο γι' αυτή την ξεχωριστή τιμή.
Πώς γίνεται να ξεχάσει αυτή την ομάδα; Αυτόν τον κόσμο; Τους παίκτες που ανδρώθηκαν κάτω από τις φτερούγες του. Τώρα αυτοί θα τον βραβεύσουν για την προσφορά του. Η ύψιστη τιμή, όταν διαμορφώνει κανείς σχέσεις ζωής οι οποίες διατηρούνται μέχρι σήμερα. Οι δε φίλαθλοι; Τον βλέπουν και τον αγκαλιάζουν ένθερμα σαν να είναι δικός τους άνθρωπος. Όχι «σαν», είναι. Ο Τζούροβιτς δέθηκε μαζί τους, πέρασε χρόνο μαζί τους επειδή το ήθελε. Έτσι έμαθε ελληνικά κι έτσι ένιωσε τον Πανιώνιο οικογένειά του.
Πήρα αυτό το Κύπελλο, το μοναδικό στην ιστορία του και γι' αυτό είμαι πολύ περήφανος.
Μετά την κατάκτηση πήγαμε στην πλατεία Νέας Σμύρνης και μίλησα εκεί μπροστά. Είχε μαζευτεί πολύς κόσμος, χιλιάδες! Ήταν πολύ δύσκολο να φτάσουμε εντωμεταξύ εκεί. Είχε 16 χιλιάδες κόσμο στο ΣΕΦ όπου είχε γίνει ο τελικός, κόντρα στον ΠΑΟΚ που ήταν πολύ καλή ομάδα και με το Κύπελλο Κυπελλούχων.»
Θυμάμαι αυτά τα χρόνια, γιατί κάθε χρόνο είχαμε καλά αποτελέσματα, καλά παιδιά, καλή ομάδα, αλλά και φοβερό κόσμο. Το γήπεδο ήταν πάντα γεμάτο. Η υποστήριξη ήταν τεράστια. Δύσκολα θα χάναμε εκεί μέσα. Η μεγάλη ΤΣΣΚΑ τότε είχε έρθει και είχε χάσει με 26 πόντους διαφορά. Ο Φάνης, ο Χουγκάζ, ο Γάσπαρης, ο Χάτσον, ο Μπρούγος, ο Γιάνκοβιτς, ο Μποσγανάς, ο Σερέτης, ο Λινάρδος, δεν θέλω να ξεχάσω κάποιον. Ήταν ο Κικίλιας. Καλά παιδιά, καλά χρόνια. Εγώ και η οικογένειά μου ήμασταν πολύ ευτυχισμένοι εδώ. Τα καλύτερα χρόνια. Έμενα στο Παλαιό Φάληρο , ήταν και κοντά στην Νέα Σμύρνη.
Κάθε πρωί έπινα καφέ στην πλατεία με τους οπαδούς κι εκεί έμαθα ελληνικά.
Ποτέ δεν είχα δάσκαλο! Εκεί με τους φιλάθλους στον δρόμο, στα καφενεία και δεν ντρεπόμουν να μιλήσω και σε κανάλια. Μίλησα ελληνικά πολύ νωρίς και ήταν όλοι ικανοποιημένοι. Άλλοι έκαναν χρόνια να μιλήσουν. Εγώ μίλησα, δεν πειράζει κι ας ήταν σπαστά, αλλά μίλησα. Τώρα ξέχασα πολλές λέξεις γιατί δε μιλάω συχνά.
Κάθε φορά που επιστρέφει, είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Εξάλλου το δέσιμο έχει περάσει σε άλλο επίπεδο, καθώς έχει ελληνική υπηκοότητα. Λάτρεψε τόσο την Ελλάδα που έγινε μέρος αυτής και το μεγαλύτερο του λάθος; Που έφυγε. Χαρές, επιτυχίες, λάθη; Όλα εδώ. «Αγαπάω την Ελλάδα, έχω ελληνική υπηκοότητα. Ταξίδεψα τώρα με το ελληνικό διαβατήριο. Τι να πω… Αναμνήσεις πολλές, αλλά δυστυχώς ένας και μοναδικός τίτλος. Είμαι ικανοποιημένος όμως γιατί τότε ο Άρης και ο ΠΑΟΚ ήταν πολύ μπροστά. Ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός δεν υπήρχαν τότε, το Περιστέρι πάλεψε. Δεν έπρεπε να φύγω... Έφυγα, έκανα λάθος, αλλά τώρα να μην βάλουμε τα κλάματα. Έτσι πρέπει να συνεχίζουμε» και η φωνή του αρχίζει και... τρέμει.
Δεν δέθηκε μόνο με τον Πανιώνιο, δέθηκε με την πλατεία, με τον κόσμο, με μια ολόκληρη εποχή που πια μοιάζει μακρινή. Στα 77 του χρόνια, κρατάει ακόμα αυτόν τον ρομαντισμό που λείπει σήμερα, τα χρόνια των εφημερίδων, των κασετών, των κουβεντών στα καφενεία. Έτσι είναι η ζωή μέσα από τα ματιά του Βλάντο Τζούροβιτς και τις συνήθειες του δεν τις ξεχνάει, ίσα ίσα τις τοποθετεί σε πρώτο πλάνο. Προτεραιότητα για εκείνον είναι η συνάντηση με τους φίλους Νεοσμυρνιώτες κι έπειτα το τραπέζι με τη διοίκηση της ομάδας, όχι από έλλειψη σεβασμού, κάθε άλλο, από αγνό ρομαντισμό.
«Είναι πολύ ξεχωριστό που θα με τιμήσουν αυτά τα παιδιά. Δεν είδες που τους φίλησα όλους; Κάποιοι φίλαθλοι με φίλησαν. Είναι μεγάλη τιμή για μένα. Είναι κάτι ξεχωριστό και αξέχαστο. Πόσα χρόνια μπορώ να ζω; Είμαι 77, αλλά μέχρι το τέλος της ζωής μου θα το έχω αυτό εδώ και εδώ (σ.σ. δείχνει το μυαλό του και την καρδιά του)!
Τώρα το βράδυ με πήραν φίλοι που ήξεραν ότι θα είμαι εδώ και μου είπαν να μην βγω με τον πρόεδρο και τη διοίκηση, αλλά με αυτούς πρώτα και αύριο να πάω μαζί τους! Μεθαύριο θα δω και τον νέο προπονητή, ο Λούκα Παβίσεβιτς που ήταν παίκτης μου στη Μπουντουτσνοσστ στο Μαυροβούνιο. Ήταν 18 χρονών τότε και ήταν καλός παίκτης. Πήρε 3 πρωταθλήματα Ευρώπης. Είναι καλός προπονητής. Ξέρει πολύ μπάσκετ. Είναι διαφορετικός από εμένα, εγώ φωνάζω, έχω ταπεραμέντο».

Μπορεί ο Πανιώνιος να μην έφτασε το επίπεδο του Άρη και του ΠΑΟΚ της εποχής και μετέπειτα του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, όμως άγγιξε την κορυφή κι όταν οι ευχάριστες στιγμές είναι πιο σπάνιες, ξεχωρίζουν και περισσότερο, είναι πιο απολαυστικές. Έτσι και ο Τζούροβιτς το κατόρθωμα του 1991 το είχε σαν φυλαχτό του, πάντα στο μυαλό και στην καρδιά όπως έδειξε με τις αντίστοιχες χειρονομίες, βαθιά συγκινημένος.
Τον τελικό τον έβλεπα κάθε χρόνο στην αρχή, τώρα κάθε δύο χρόνια, να θυμηθώ.
Τώρα με τον εγγονό μου του λέω "Έλα να δεις τι έκανε ο παππούς σου. Κοίτα πόσος κόσμος είναι". Είχαν έρθει 5 χιλιάδες και από την Θεσσαλονική, αλλά εγώ πιστεύω ήταν εκεί όλη η Νέα Σμύρνη. Αν ήταν 16 χιλιάδες τουλάχιστον οι 11 χιλιάδες ήταν Νεοσμυρνιώτες. Φοβερό πράγμα! Αυτοί που δεν είχαν την ευκαιρία να έρθουν στο Κλειστό, μπόρεσαν και ήρθαν στον τελικό γιατί ήταν ευκαιρία για τίτλο και ο Πανιώνιος τον πήρε. Δόξα τω Θεώ!», θυμάται.
Όσον αφορά το παρόν... η επιβλητική του παρουσία και η ευθύτητα του λόγου του συνεχίζει να αναγνωρίζεται και να θεωρείται απαραίτητη. «Τώρα ζω στο Βελιγράδι. Είμαι σε αθλητικό κανάλι σύμβουλος. Ο κόσμος με ακούει ακόμα κι ας είμαι 77 χρονών. Θέλουν να με ακούν γιατί μιλάω έτσι πολύ... σκληρά. Κάνω πάντα κριτική όταν πρέπει. Δεν έχω να χάσω τίποτα και λέω αυτό που πιστεύω. Άλλοι ήθελαν να είναι διπλωμάτες, εγώ ποτέ δεν ήμουν και τώρα ο κόσμος με αγαπάει που μιλάω έτσι», τόνισε χαρακτηριστικά.
@Photo credits: INTIME










