Ο Μητσάρας του Πανιωνίου, μια φιγούρα που λείπει...
- Νέοι Ορίζοντες της Νέας Σμύρνης

- 11 Οκτ
- διαβάστηκε 4 λεπτά
Ο Μητσάρας μπορεί να βρισκόταν παντού αλλά η μεγάλη του αγάπη ήταν ο Πανιώνιος. Στις γειτονιές της Νέας Σμύρνης και της Καλλιθέας ήταν τα λημέρια του, από 'κεί άρχιζε τις εξορμήσεις του.

Ο Μητσάρας των γηπέδων
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Μητσάρας έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής ποδοσφαιρικής κουλτούρας. Δεν ήταν από αυτούς που φώναζαν ή προκαλούσαν. Δεν ήταν αγριεμένος, δεν ήταν φανατισμένος, δεν σε στραβοκοιτούσε. Ήταν πάντα χαμογελαστός, πειραχτήρι, με διάθεση για σάτιρα και αυτοσαρκασμό.
Έκανε τα πάντα για να κάνει τη ζωή των αστυνομικών που είχαν υπηρεσία στα γήπεδα, δύσκολη. Στην αρχή επιχειρούσε να εισβάλει στον αγωνιστικό χώρο. Μια από τις πρώτες φωτογραφίες του Μητσάρα είναι από τον μακρινό Δεκέμβριο του 1982 όταν έπαιζαν στο Καραϊσκάκη Εθνικός - Παναθηναϊκός. Η φωτογραφία τον δείχνει ημίγυμνο αλλά χαμογελαστό και από πάνω του δυο αστυνομικούς να προσπαθούν να τον συλλάβουν επειδή εκείνος επιχείρησε να μπει στο γήπεδο. Αυτή η εικόνα του έμελλε να μείνει ιστορική.

Θα ακολουθήσουν και άλλες πολλές τέτοιες απόπειρες μέχρι που κάποια στιγμή ο Μητσάρας είχε γίνει τόσο γνωστός που οι αστυνομικοί τον ήξεραν και τον στάμπαραν από τη στιγμή που έμπαινε στο γήπεδο. Οι αστυνομικοί τον αναγνώριζαν από την είσοδο, οι κάμερες τον αναζητούσαν, και το κοινό περίμενε να δει πού θα εμφανιστεί. Αν δεν τον έβλεπες στη «Αθλητική Κυριακή», κάτι έλειπε από το πρόγραμμα. Λέγεται μάλιστα πως κατάφερε κάποτε να εμφανιστεί σε δύο διαφορετικά γήπεδα σχεδόν ταυτόχρονα, σε πλάνα της ΑΕΚ και του Πανιωνίου — ένας αστικός μύθος που ταιριάζει απόλυτα στον Μητσάρα.
Και τότε ο Μητσάρας σκέφτηκε καινούριους τρόπους… παρέμβασης. Άρχισε να «χώνεται» πίσω από ποδοσφαιριστές ή προπονητές την ώρα που έκαναν δηλώσεις στα κανάλια για το πώς εξελίχθηκε το ματς. Ο Μητσάρας πάντα έβρισκε τον τρόπο να πλησιάζει όσο πιο κοντά γινόταν και αφού σηκωνόταν στις μύτες των ποδιών του, «φορούσε» το πιο καλό του χαμόγελο και προσπαθούσε να καταλάβει ποια κάμερα θα έχει το καλύτερο πλάνο του.
Αν και οπαδός του Πανιωνίου, ο Μητσάρας δεν περιορίστηκε στη Νέα Σμύρνη.
Πήγαινε παντού: στο ΟΑΚΑ, στη Ριζούπολη, στον Πειραιά. Ήταν πανταχού παρών. Οι γειτονιές της Καλλιθέας και της Νέας Σμύρνης ήταν η βάση του, τα «λημέρια» απ’ όπου ξεκινούσε για να σκορπίσει χαμόγελα — και μηνύματα.

Ο Μητσάρας των πλακάτ και των διαδηλώσεων
Οι εξορμήσεις αυτές δεν ήταν όμως μόνο αθλητικού περιεχομένου. Ο Μητσάρας είχε και πολιτική άποψη και εννοείται πως δεν δίσταζε να την εκφράσει. Με τα χρόνια, άφησε πίσω τις εισβολές στα γήπεδα και πέρασε σε μια νέα μορφή παρέμβασης.
Άρχισε να σατιρίζει την εξουσία με δυο λέξεις και ένα χαρτόνι. Τα χειρόγραφα πλακάτ του έγιναν το σήμα κατατεθέν του. Με αιχμηρά συνθήματα και πολιτικό χιούμορ, σχολίαζε τα πάντα — από την αγωνιστική δράση ως τη δημόσια ζωή.
Τα πλακάτ του ήταν αντικυβερνητικά, αντιρατσιστικά, αντιφασιστικά. Καταδίκαζαν τη βία και υπερασπίζονταν το δικαίωμα των απλών ανθρώπων να ορθώνουν ανάστημα. Ήταν ένας λαϊκός σχολιαστής της πολιτικής σκηνής χωρίς κόμμα και χωρίς μικρόφωνο.

Ειδικά την περίοδο των αντιμνημονιακών συγκεντρώσεων στο κέντρο της Αθήνας, ο Μητσάρας εμφανιζόταν πάντα στην πρώτη γραμμή. Πολλές φορές έμπαινε μπροστά από τις διμοιρίες των ΜΑΤ για να είναι η φωτογραφία πιο πιασιάρικη και έκανε ακόμα και τους ίδιους τους αστυνομικούς να γελάνε με όσα έλεγε ή έγραφε. Ακόμα κι αν αυτά ήταν εναντίον τους.
Το ωραίο με το Μητσάρα είναι πως πάντα φρόντιζε να είναι μακριά όταν… άρχιζε να πέφτει το ξύλο μεταξύ διαδηλωτών και ΜΑΤ.

Το μυστήριο και η εξαφάνιση
Τον Οκτώβριο του 2014, η είδηση έπεσε σαν ηλεκτροσόκ σε όσους τον ήξεραν έστω κι από την τηλεόραση: «Πέθανε ο Μητσάρας». Ο τότε αντιδήμαρχος Νέας Σμύρνης ανακοίνωσε μέσω Facebook τον θάνατό του. Η είδηση έγινε αμέσως θέμα παντού· οι εφημερίδες γέμισαν αφιερώματα, οι αναρτήσεις κατέκλυσαν το διαδίκτυο, στο γήπεδο του Πανιωνίου οι «Πάνθηρες», οι οργανωμένοι οπαδοί του Πανιωνίου, ανήτρησαν ένα συγκινητικό αποχαιρετιστήριο πανό για τον Μητσάρα.
Μόνο που, λίγες ημέρες μετά την «είδηση» του θανάτου του, το δράμα πήρε απροσδόκητη τροπή. Η αδελφή του εμφανίστηκε στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ» της Αγγελικής Νικολούλη και υποστήριξε πως δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι ο Μητσάρας είχε πράγματι πεθάνει. Κανένα ίχνος του δεν βρέθηκε σε νοσοκομεία, νεκροτομεία ή νεκροταφεία. Από τότε, η ιστορία του πέρασε στη σφαίρα του αστικού μύθου — ένα μυστήριο που ακόμη και σήμερα μένει άλυτο.

Παρά τις έρευνες δεν βρέθηκε κανένα ίχνος του 61χρονου Δημήτρη Γαλάνη. Εκείνη ήταν η νύχτα που ο Μητσάρας «απέκτησε» ηλικία και ονοματεπώνυμο. Δέκα ημέρες αργότερα, ένας τηλεθεατής έστειλε μια φωτογραφία του όπου εμφανιζόταν εξαιρετικά αδυνατισμένος σε κάποια γειτονιά του Πειραιά έχοντας κρεμασμένο στο λαιμό του ένα από τα γνωστά πλακάτ.
Από τότε, ο Δημήτρης Γαλάνης, ο θρυλικός Μητσάρας, παραμένει αγνοούμενος. Λείπει από τα γήπεδα και τους δρόμους της πρωτεύουσας. Έγινε μια φιγούρα, ένα πρόσωπο που χάθηκε μέσα στο πλήθος που αγάπησε, αφήνοντας πίσω του μόνο χαμόγελα, υποψίες και μια μόνιμη προσδοκία: κάποια στιγμή, σε κάποιο πλάνο, πίσω από κάποιον πολιτικό ή προπονητή, να φανεί ξανά για μια στιγμή, στις μύτες των ποδιών του, με ένα πλακάτ που θα γράφει κάτι απλό και αφοπλιστικό — όπως πάντα.

Ένας άνθρωπος που έγινε σύμβολο
Ο Μητσάρας δεν ήταν σταρ, ούτε ήρωας. Για πολλούς όμως, ήταν κάτι παραπάνω από μια γραφική φιγούρα της εξέδρας. Ήταν ένας λαϊκός ήρωας της αθώας ποδοσφαιρικής Ελλάδας, ένας άνθρωπος που μέσα από το χιούμορ του και τα αυτοσχέδια πλακάτ του, σχολίαζε με ευφυΐα την επικαιρότητα, χωρίς να χρειάζεται μικρόφωνο.
Ήταν μια αυθεντική φιγούρα μιας εποχής που το ποδόσφαιρο και οι δρόμοι είχαν ακόμη ψυχή. Ένας άνθρωπος που έλεγε όσα οι περισσότεροι σκεφτόντουσαν, αλλά κανείς δεν τολμούσε να φωνάξει.
Σήμερα, έντεκα χρόνια μετά την εξαφάνισή του, η παρουσία του, έστω και φαντασιακή, συνεχίζει να πλανάται πάνω από κάθε γήπεδο, κάθε πορεία, κάθε γωνιά που χωράει ένα πλακάτ και λίγη ελπίδα.












